Νόσος των Ωοθηκών

από τον
Αξιολογήστε το άρθρο
(0 votes)

Οι ωοθήκες αποτελούν έναν γεννητικό αδένα ο οποίος βρίσκεται σε μία συνεχή δυναμική κατάσταση σε όλη την διάρκεια της ζωής. Η συνεχής λειτουργία ενός τόσο ευαίσθητου οργάνου είναι αναμενόμενο να δημιουργεί προβλήματα δυσλειτουργίας, άλλα αθώα (όπως π.χ. οι λειτουργικές κύστεις των ωοθηκών), άλλα μέσης βαρύτητας που όμως απαιτούν χειρουργική αφαίρεση (ώριμο τεράτωμα, καλοήθη νεοπλάσματα) και άλλα σοβαρά (κακοήθη νεοπλάσματα).

Λόγω της παρουσίας ανόμοιων κυτταρικών πληθυσμών που υπάρχουν στην ωοθήκη γίνεται κατανοητό ότι μία κατάσταση, είτε καλοήθης είτε κακοήθης, μπορεί να ξεκινήσει από οποιονδήποτε από τους πληθυσμούς αυτούς. Για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκε μία κατάταξη των καταστάσεων ανάλογα με τον κυτταρικό πληθυσμό από τον οποίο προέρχονται. Στις ωοθήκες λοιπόν μελετάμε καταστάσεις που προκαλούνται από τα κύτταρα του επιθηλίου, από τα αρχέγονα γεννητικά κύτταρα, από τα κύτταρα της γεννητικής ταινίας, από τα κύτταρα του στρώματος ή και συνδυασμούς ανάμεσα σε αυτούς τους τύπους.

Κάθε τύπος μπορεί να έχει ιδιαίτερη δράση με αποτέλεσμα να επηρεάζει την εμφάνιση της γυναίκας (π.χ. οι αρρενοποιητικοί όγκοι έντονα φαινόμενα αρρενοποίησης στην γυναίκα). Άλλοι τύποι μπορεί να μην προκαλούν συγκεκριμένη εικόνα ή να είναι τελείως ασυμπτωματικοί οπότε η διάγνωση καθυστερεί αφού η γυναίκα δεν αισθάνεται κάτι για να επισκεφθεί τον Γυναικολόγο.

Πιο συχνοί από όλους αυτούς τους τύπους είναι οι επιθηλιακοί. Εμφανίζονται κυρίως μετά την εμμηνόπαυση. Στο μεγαλύτερο ποσοστό τους είναι καλοήθεις αλλά αυτό για να αποδειχτεί θα πρέπι να αφαιρεθούν χειρουργικά και να υποβληθούν σε ιστολογική εξέταση. Όσο και αν έχουν βελτιωθεί τα διαγνωστικά μέσα, η τελική διάγνωση δίνεται μόνο από την ιστολογική εξέταση ενός μορφώματος.

Με την βοήθεια της γυναικολογικής εξέτασης και των απεικονιστικών μέσων (αξονική τομογραφία, μαγνητική τομογραφία, υπερηχογράφημα), γίνεται η διάγνωση της ύπαρξης ενός μορφώματος και αξιολογούνται εν μέρει οι χαρακτήρες του οπότε και γίνεται μία εκτίμηση της συμπεριφοράς του. Αλλά μία εκτίμηση δεν παύει να είναι εκτίμηση. Η σύσταση του Γυναικολόγου μπορεί να διαφέρει από την απόφαση που θα πάρει τελικά η ασθενής αλλά βέβαια ο καθένας ορίζει το σώμα του και το μέλλον του. Η καλοήθεια ή η κακοήθεια ενός μορφώματος, συμπαγούς ή κυστικού, θα αποδειχθεί τελικά μόνο από την ιστολογική εξέτασή του αφού αφαιρεθεί.

Πότε εμφανίζονται κακοήθεις καταστάσεις των ωοθηκών

  • Οι επιθηλιακοί όγκοι είναι οι πιο συχνοί. Ξεκινούν από τα κύτταρα του επιθηλίου της ωοθήκης. Κατά μέσο όρο εμφανίζονται στην 7η δεκαετία της ζωής (από τα 60 έως τα 70). Λιγότερα περιστατικά εμφανίζονται σε άλλες ηλικίες.
  • Οι όγκοι από τα αρχέγονα γεννητικά κύτταρα εμφανίζονται σε δυστυχώς στην παιδική ηλικία ή σε νέες γυναίκες. Τα περιστατικά είναι σημαντικά λιγότερα αλλά υπολογίσιμα.
  • Οι όγκοι από τα κύτταρα της γεννητικής ταινίας εμφανίζονται σε μεγαλύτερες ηιλικίες κυρίως πριν την εμμηνόπαυση και περί την εμμηνόπαυση.
  • Οι αρρενοποιητικοί όγκοι δυστυχώς και αυτοί εμφανίζονται σε νέες γυναίκες μεταξύ 20 και 30 ετών.

Από το σύνολο των περιπτώσεων εμφάνισης μορφωμάτων (καλοήθων ή κακοήθων) στις ωοθήκες, το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά τα επιθηλιακά μορφώματα τα οποία εμφανίζονται μετά την εμμηνόπαυση. Παράγοντες που παίζουν ρόλο στην εμφάνισή τους είναι:

H συνεχής και αδιάκοπη λειτουργία των ωοθηκών. Γυναίκες που γέννησαν έχουν λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν προβλήματα από τις ωοθήκες

  • Οικογενειακό ιστορικό κακοήθειας σε μέλη της οικογένειας (άνδρες ή γυναίκες)
  • Ιστορικό κακοήθειας στον μαστό ή στην μήτρα
  • Περιβαλλοντικοί παράγοντες, τοξικοί παράγοντες
  • Τρόπος και συνήθειες διαβίωσης. Τα περιστατικά είναι περισσότερα στον δυτικό κόσμο.

Τι συμπτώματα δίνουν

Η κλινική εικόνα από ένα κακόηθες επιθηλιακού τύπου μόρφωμα της ωοθήκης ποικίλλει. Μπορεί να μην υπάρχει κανένα σύμπτωμα ιδίως όταν έχουν μέγεθος λίγα εκατοστά. Άλλοτε πάλι η εικόνα που δίνουν δεν σχετίζονται με την ωοθήκη (π.χ. δυσκοιλιότητα, κωλικοί του εντέρου, ενοχλήσεις από την ουροδόχο κύστη). Οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση μπορεί να θεωρήσουν ότι πήραν βάρος εάν δουν την κοιλιά τους σταδιακά να "πρήζεται" και την "δυσκοιλιότητα" που στην πραγματικότητα οφείλεται σε πίεση του μορφώματος στο έντερο την αντιμετωπίζουν σαν πραγματική δυσκοιλιότητα ιδίως εάν την είχαν από πριν. Εάν παραμεληθεί για αρκετό χρόνο η παρουσία αυτών των συμπτωμάτων η εξέλιξη γίνεται πιο θορυβώδης (εμφάνιση ίκτερου, παρουσία ελεύθερου υγρού στην κοιλιά, μεγάλη μάζα που πιέζει τα όργανα, προβλήματα από τους νεφρούς, διαταραχές συμπεριφοράς).

Εάν το πρόβλημα ξεκινά από κύτταρα που παράγουν ορμόνες (ορμονοπαραγωγοί όγκοι) η εικόνα θα είναι ανάλογη από το είδος των ορμονών που παράγονται (π.χ. εάν υπερπαράγονται ανδρογόνα θα εμφανιστούν αρρενοποιητικά χαρακτηριστικά σε σύντομο χρονικό διάστημα και οι τιμές των ανδρογόνων στο αίμα θα είναι αυξημένες). Εάν πρόκειται για όγκους των γεννητικών κυττάρων με υπερέκκριση Οιστρογόνων θα εμφανιστούν:

  • διαταραχές του κύκλου
  • υπερπλασία του ενδομητρίου
  • αιμορραγία σε ηλικίες μετά την εμμηνόπαυση
  • αυξημένα επίπεδα Οιστρογόνων στο αίμα.

Η κλινική εικόνα σε όλες τις περιπτώσεις συνοδεύεται και από την ανάλογη παρουσία κυστικού ή συμπαγούς μορφώματος στις ωοθήκες. Επίσης να τονιστεί ότι τα συμπτώματα αυτά εμφανίζονται και σε άλλες καταστάσεις που δεν σχετίζονται με την παρουσία μορφώματος στις ωοθήκες (όπως π.χ. διαταραχές του κύκλου από διαταραχή των ορμονών, υπερπλασία του ενδομητρίου από τοπικούς παράγοντες κλπ). Η διάγνωση απαιτεί πλήρη γυναικολογικό έλεγχο και φυσικά όχι υποθέσεις.

Να τονίσουμε επίσης ότι η εικόνα αυτή είναι ίδια ακόμα και αν πρόκειται για καλόηθες μόρφωμα οπότε η τελική διάγνωση θα τεθεί με την ιστολογική εξέταση του μορφώματος. Σε ορισμένες ηλικίες και συγκεκριμένα σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση που εμφανίζουν οποιοδήποτε μόρφωμα των ωοθηκών η σύσταση για αφαίρεση είναι επιτακτική. Οι ωοθήκες μετά την εμμηνόπαυση ατροφούν, οπότε οποιαδήποτε άλλη εικόνα (εμφάνιση κύστης, εμφάνιση συμπαγούς μορφώματος) σημαίνει μία παθολογική κατάσταση που μπορεί να είναι καλοήθης σε μεγάλο ποσοστό αλλά δεν γνωρίζουμε τον χρόνο εξαλλαγής της (μετατροπής) σε κακοήθεια.

Δυστυχώς δεν υπάρχει ειδική εξέταση από το αίμα που να μας κατευθύνει ή να μας διευκολύνει στην διάγνωση. O δείκτης CA 125 αποδείχθηκε μη ειδικός όσον αφορά την νόσο. Αντίθετα αυξάνεται και σε άλλες καταστάσεις που καμμία σχέση δεν έχουν με κακοήθεια. Τον χρησιμοποιούμε πλέον μόνο σε διαπιστωμένη νόσο ώστε να διαπιστώνουμε την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Επίσης προληπτικοί έλεγχοι ογκογονιδίων ή άλλων δεικτών ή ακόμη και μεταλλάξεων γονιδίων δεν έχουν μπει ακόμα στην καθημερινότητα.

Διαβάστηκε από: 28736 άτομα
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Νόσος του Ενδομητρίου Νόσος του Αιδοίου »